Διερεύνηση των γνώσεων και των στάσεων των επαγγελματιών υγείας απέναντι στα άτομα με αναπηρία
Investigation of knowledge and attitudes of health professionals towards people with disabilities
Μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία
Συγγραφέας
Ανανιάδου, Ειρήνη
Ημερομηνία
2016-06Επιβλέπων
Πανουτσόπουλος, ΓεώργιοςΘεματική επικεφαλίδα
Άτομα με ειδικές ανάγκες ; Ιατρικό προσωπικό ; Διακρίσεις εις βάρος ατόμων με ειδικές ανάγκες ; People with disabilities ; Medical personnel ; Discrimination against people with disabilitiesΛέξεις κλειδιά
Αναπηρία ; Παροχή υπηρεσιών ; Στάσεις στίγμα προκατάληψη ; Βλάβη ; Μειονέκτημα ; Disability ; Service provision ; Attitudes ; Stigma ; Prejudice ; Impairment ; HandicapΠερίληψη
Σκοπός: Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να αναδείξει ζητήματα προκαταλήψεων, να διερευνήσει τις γνώσεις και τις στάσεις των επαγγελματιών υγείας απέναντι στα άτομα με αναπηρία, να προβληματίσει και να δώσει το έναυσμα για περαιτέρω ενέργειες ώστε να καταρριφθούν κάποια από τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν τα άτομα με αναπηρία κατά την συναναστροφή τους με τους επαγγελματίες υγείας.
Υλικό και μέθοδος: Πρόκειται για μια συγχρονική μελέτη. Για την συλλογή των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε ερωτηματολόγιο το οποίο δημιουργήθηκε βάση την
διεθνή και την ελληνική βιβλιογραφία. Η ομάδα εστίασης αποτελείτο από επαγγελματίες υγείας (γιατροί, νοσηλευτές, βοηθοί νοσηλευτών, φυσικοθεραπευτές, κοινωνικοί λειτουργοί κα) ενός γενικού νοσοκομείου. Στην μελέτη έλαβαν μέρος 188 άτομα εκ των οποίων τα 40 (21,4%) ήταν γιατροί, τα 7 (3,7%) νοσηλευτές ΠΕ (Πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, τα 69 (36,9%) νοσηλευτές ΤΕ (Τεχνολογικής Εκπαίδευσης), τα 41 (22%) βοηθοί νοσηλευτών, τα 7 (3,7%) φυσικοθεραπευτές και τα 23 (12,3%) άλλο. Από αυτούς οι 152 (80.8%) ήταν γυναίκες και οι 36 (19.2%) άνδρες. Η μέση ηλικία των συμμετεχόντων ήταν τα 39.8 (S.D.=9.32) έτη. Συγκεκριμένα, η μέση ηλικία των γυναικών ήταν τα 39.0 έτη (S.D.=9.20) και των ανδρών τα 43.3 (S.D.=9.25).
Αποτελέσματα: Στο σύνολο του δείγματος ως αναπηρίες αναγνωρίζονται η νοητική υστέρηση, ο αυτισμός (92,4%), τα κινητικά προβλήματα (98.4%), η τύφλωση (97.4%), η κώφωση (94.7%), η νεφρική ανεπάρκεια (62.3%) και η σχιζοφρένια (71.6%). Δεν αναγνωρίζονται ως αναπηρίες, ο σακχαρώδης διαβήτης (33.7%), το AIDS (30.5%), οι νευρώσεις (36.8%) και η κατάθλιψη (34.6%). Οι περιπτώσεις του καρκίνου (45.0%), της επιληψίας (46.5%) και της μεσογειακής αναιμίας (45.4%) δεν δύναται να κατηγοριοποιηθούν ως αναπηρία ή όχι γιατί το δείγμα είναι χωρισμένο περίπου στη μέση.
Συμπεράσματα: Όπως προκύπτει από την στατιστική ανάλυση των δεδομένων, οι ερωτώμενοι εκφράζουν πιο θετική στάση απέναντι στα άτομα με τύφλωση ή κώφωση και λιγότερο θετική προς τα άτομα με νοητική υστέρηση ή ψυχιατρική νόσο. Παρ’ όλα αυτά, το δείγμα ήταν διατεθειμένο, σε γενικές γραμμές, να προβεί σε μία σειρά από ενέργειες προκειμένου να βοηθήσει άτομα με αναπηρίες, και έδειξαν ενδιαφέρον, ανάγκη για συμπαράσταση αλλά και θαυμασμό προς τους γονείς παιδιών με αναπηρία.
Περίληψη
Objective: The purpose of this study is to highlight issues which have to do with prejudices, to explore the knowledge and the attitudes of the health professionals towards people with disabilities, to trouble and trigger further actions in order to abolish some of the obstacles faced by people with disabilities in their interaction with health professionals.
Method: This is a cross-sectional study. For data collection was used a questionnaire which was created based on the international and Greek literature. The focus group was consisted of health professionals (doctors, nurses, nursing
assistants, physiotherapists, social workers, etc.) of a general hospital. In this study, participated 188 people, of which 40 (21.4%) were doctors, 7 (3.7%) UE nurses (University education), 69 (36.9%) TE nurses (Technological education), 41 (22%) nursing assistants , 7 (3.7%) physiotherapists and 23 (12.3%) other. Of these, 152 (80.8%) were female and 36 (19.2%) male. The average age of the participants was 39.8 (S.D. = 9.32) years. Specifically, the average age of women was 39.0 years (S.D. = 9.20) and of men 43.3 (S.D. = 9.25).
Results: On the whole of the sample as disabilities are recognized the intellectual disability, the autism (92,4%), the physical disability (98.4%), the blindness (97.4%), the deafness (94.7%), the renal failure (62.3%) and the schizophrenia (71.6%). Non are considered as disabilities, the diabetes (33.7%), the AIDS (30.5%), the ribs (36.8%) and the depression (34.6%). The cases of the cancer (45.0%), the epilepsy (46.5%) and the thalassemia (45.4%) cannot be categorized as a disability or not, because the sample is split approximately in half.
Conclusions: As resulted by the statistical analysis of the data, those surveyed express a more positive attitude towards people with blindness or deafness and a less positive one towards people with intellectual disabilities or mental health problems. Nevertheless, the sample was prepared, in general, to take a series of steps so as to help people with disabilities, and who showed interest, need for support and admiration towards the parents of the children with disabilities.
Αριθμός σελίδων
129 σ.Σχολή
Σχολή Επιστημών Ανθρώπινης Κίνησης και Ποιότητας ΖωήςΑκαδημαϊκό Τμήμα
Τμήμα ΝοσηλευτικήςΤίτλος Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών
Διοίκηση Υπηρεσιών Υγείας και Διαχείριση ΚρίσεωνΓλώσσα
ΕλληνικάΣυλλογή
Οι παρακάτω άδειες σχετίζονται με αυτό το τεκμήριο: